Την πίστη του ότι θα τα βγάλει πέρα η χώρα, έχοντας όλες τις δυνατότητες, εξέφρασε ο πρόεδρος της Επιτροπής Θεσμών της Βουλής, βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Μιλτιάδης Παπαϊωάννου, μιλώντας επί του προϋπολογισμού του 2011.
Ταυτόχρονα, είπε, ότι είναι ώρα να τρέξει η κυβέρνηση με μεγαλύτερες ταχύτητες και να μπει μπροστά στο θέμα των συνεργασιών, που κρίνονται περισσότερο από κάθε άλλη φορά απαραίτητες στην παρούσα συγκυρία.
Η δική μας κρίση αθροίζεται με ό,τι συμβαίνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά αυτές τις κρίσιμες ώρες το μήνυμα είναι ότι ήρθε η ώρα των μεγάλων συμφωνιών κι αυτό είναι πατριωτικό μας καθήκον, σημείωσε, προσθέτοντας ότι ο πολιτικός λόγος πρέπει να πάρει άλλα χαρακτηριστικά.
Ο κ. Παπαϊωάννου θύμισε ότι το 1993 η οικονομική κατάσταση που παρέλαβε η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ήταν εξίσου οικτρή και αντεπεξήλθε τότε με τη συνεννόηση και συναίνεση με τους κοινωνικούς και παραγωγικούς φορείς, ένα μοντέλο, που πρότεινε να ακολουθηθεί και τώρα.
Ο ίδιος είπε, ότι θα πρέπει μέσω των εξεταστικών επιτροπών να αναζητηθούν τυχόν ποινικές ευθύνες πρώην υπουργών για τη σημερινή κρίση, ενώ σημείωσε ότι η σκανδαλολογία του παρελθόντος δηλητηρίασε την πολιτική ζωή.
Κατά το ίδιο, τα προβλήματα είναι δύο κυρίως, το θεσμικό έλλειμμα, δηλαδή το ότι δεν λειτουργούν οι θεσμοί και δεύτερον η βραδύτητα της Δικαιοσύνης που περνά με τον τρόπο αυτό μηνύματα ατιμωρησίας ή και εξυπηρέτησης πολιτικών σκοπιμοτήτων.
Τόνισε ότι στην Επιτροπή Θεσμών της Βουλής υπάρχουν σχεδόν ομόφωνες αποφάσεις για το «πόθεν έσχες» και το νόμο περί ευθύνης υπουργών, ενώ χαρακτήρισε εγκληματικό το γεγονός, ότι κάποιοι και κυρίως η αξιωματική αντιπολίτευση θέτουν ζήτημα πολιτικής σταθερότητας και πρόωρων εκλογών.
Δείτε αναλυτικά την ομιλία του κ. Παπαϊωάννου στη Βουλή.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, υπάρχει ένα ερώτημα βασανιστικό- θα έλεγα- στους πολίτες. Θα τα βγάλουμε πέρα; Τουλάχιστον αυτό έρχεται σε εμένα. Θέλω από την αρχή να δώσω μία κατηγορηματική απάντηση. Ναι. Θα τα βγάλουμε πέρα. Η χώρα έχει όλες τις δυνατότητες. Δεν είναι η πρώτη φορά που έχει μπει σε τέτοιες κρίσεις.
Υπάρχει και ένα άλλο ερώτημα: Πώς φθάσαμε στην κρίση; Ποιοι φταίνε; Σε αυτό το ερώτημα πιστεύω ότι ο κάθε πολίτης έχει δώσει τη δική του απάντηση. Αυτήν την περίοδο, τη δύσκολη περίοδο, στη δεινή θέση που είναι η χώρα υπάρχει και δεύτερο και τρίτο ερώτημα: αλλά δεν θα σταθώ καθόλου σ' αυτά.
Θα σταθώ, για λίγο, στο θέμα των ευθυνών κάποιων από το πολιτικό δυναμικό της χώρας. Εκεί είναι αυτονόητο ότι πρέπει να λειτουργήσουν
οι θεσμοί, οι εξεταστικές επιτροπές και η δικαιοσύνη, και όπου υπάρχουν πολιτικά πρόσωπα με ευθύνες ποινικές να καταλογισθούν, χωρίς εκπτώσεις, χωρίς συμψηφισμούς, χωρίς κομματικές αντιδικίες.
Υπάρχει, σε σχέση με το παρελθόν και μία μεγάλη παθογένεια. Πού, εστιάζεται αυτή; Αυτή, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εστιάζεται στο δημαγωγικό, στον εύκολο λόγο και κυρίως στη σκανδαλολογία. Και λέω σκανδαλολογία, γιατί υπήρξαν και σκάνδαλα. Τα μπερδέψαμε, όμως, στο παρελθόν, με αποτέλεσμα πολλές φορές να ποινικοποιούμε πολιτικές αποφάσεις, γιατί έτσι νομίζαμε ότι μπορούσαμε να έρθουμε ξανά στην εξουσία. Έτσι δηλητηριάσαμε οι ίδιοι οι πολιτικοί το πολιτικό σύστημα της χώρας, το απαξιώσαμε.
Θα μπορούσα να πω πολύ χαρακτηριστικά ότι ρίχναμε λάσπη ο ένας στον
άλλον και σήμερα έχουμε κολλήσει στη λάσπη που εμείς δημιουργήσαμε, με αποτέλεσμα η σκανδαλολογία να έχει συντελέσει αρνητικά, όχι μόνο στα
ζητήματα της ανάπτυξης -που η μη ανάπτυξη έφερε και την οικονομική χρεοκοπία- αλλά να έχει συντελέσει και στη διαμόρφωσή της κρίσης θεσμών, κρίση αξιών στη χώρα μας».
Η σημερινή δική μας οικονομική κρίση ασφαλώς αθροίζεται με την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση. Αθροίζεται με ό,τι συμβαίνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Θέλω να πω ότι αυτή η συνάντηση, αυτή η συνάθροιση, αυτή η συγκυρία έχει για τη χώρα μας και αρνητικά, αλλά και θετικά αποτελέσματα. Δεν θα μείνω σε αυτά γιατί δεν έχω πολύ χρόνο. Αυτές τις μεγάλες και κρίσιμες ώρες, εκείνο το μήνυμα που θέλω να στείλω τουλάχιστον εγώ από εδώ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι ότι είναι η ώρα για τη χώρα μας των μεγάλων συμφωνιών και συναινέσεων. Αυτό είναι το πατριωτικό μας καθήκον.
Όσον αφορά την προοπτική, να μου επιτρέψετε να σας θυμίσω γεγονότα, όχι από το απώτερο παρελθόν, που έχουν πολλά κατατεθεί εδώ, αλλά από το πρόσφατο παρελθόν. Το 1993 ήμουν Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας. Η οικονομία μας τότε ήταν σε οικτρή κατάσταση. Ήμασταν σε πραγματική πτώχευση. Θέλω να σας πω μετά λόγου ευθύνης -έχουν κατατεθεί άλλωστε και στα Πρακτικά της Βουλής- ότι στα ταμεία του κράτους υπήρχαν τότε μόνο 11 εκατομμύρια δραχμές. Μπορείτε να συνειδητοποιήσετε το μέγεθος; Έντεκα εκατομμύρια δραχμές! Η ύφεση κυριαρχούσε, το πρόγραμμα σύγκλισης με την Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν πρόγραμμα απόκλισης, ο πληθωρισμός έτρεχε με 14%, το έλλειμμα με 14% και όμως δώσαμε απάντηση. Δεν είχαμε και τότε λεφτά να πληρώσουμε δώρα και μισθούς. Γιατί; Γιατί η τότε Κυβέρνηση διαμόρφωσε ένα πρόγραμμα για την αποφυγή της χρεοκοπίας, αλλά το σημαντικότερο από όλα ήταν ότι στήριξε -αυτό έχει αξία, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι- την όλη της πολιτική σε μία κατεύθυνση συνεργασίας με όλες τις παραγωγικές, δημιουργικές και πολιτικές δυνάμεις του τόπου.
Σας θυμίζω ότι όλο το οικοδόμημα στήθηκε πάνω στον κοινωνικό διάλογο, σε έναν ειλικρινή κοινωνικό διάλογο, που έγινε με αλήθεια -γιατί πρέπει πάντα να λέμε την αλήθεια στους πολίτες- την κατάσταση και τους έδινε και τα βήματα -και μιλάω για βήματα- του πώς θα πάμε μπροστά. Αυτή ήταν καλή συνταγή. Οφείλω να στείλω ένα μήνυμα στην Κυβέρνησή μας, να ακολουθήσει αυτήν την καλή συνταγή.
Χαίρομαι ιδιαίτερα που στο χθεσινό Υπουργικό Συμβούλιο το θέμα των ανοικτών επαγγελμάτων, που είναι ένα μεγάλο ζήτημα, μπήκε ως αντικείμενο ουσιαστικού κοινωνικού διαλόγου. Οι κοινωνίες, ιδιαίτερα οι προηγμένες δημοκρατίες, δεν μπορεί να στηρίζονται σε αποφάσεις στις οποίες δεν έχουν συμμετοχή οι ίδιοι οι πολίτες, γιατί το θέμα της συμμετοχής είναι κυρίαρχο στοιχείο της δημοκρατικής μας εξέλιξης.
ʼρα, πρέπει να δούμε το μέλλον. Δεν στέκομαι στο παρελθόν. Τι πρέπει να γίνει σε σχέση με το μέλλον; Κατ' αρχήν, να απορρίψουμε το παλιό, τον παλιό λόγο. Πρέπει ο πολιτικός μας ανταγωνισμός να πάρει άλλα χαρακτηριστικά, ξεκινώντας από κάποιες παραδοχές -και θα σταθώ σε τέσσερα-πέντε σημεία που θεωρώ κρίσιμα- ότι μπορεί να επιτευχθεί αυτή η εθνική συνεννόηση.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η Ελλάδα, η πατρίδα μας έχει επιλογές και πολλές, αν και είναι αιχμάλωτη σε ένα βαθμό του τεράστιου χρέους της. ʼρα, το πρώτο που χρειάζεται είναι η ανάδειξη ενός εθνικού σχεδίου που να ξεπερνάει το Μνημόνιο, ενός σχεδίου δεκαετίας. Η Ελλάδα πρέπει να ξέρουμε όλοι ότι δεν είναι μία χώρα της Κεντρικής Αφρικής. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ είναι πλεονέκτημα για τη χώρα. Δεν συμφωνώ καθόλου με τις δυνάμεις εκείνες που λένε ότι είναι κατάρα για τη χώρα. Βέβαια, επειδή η μεγάλη μας επένδυση είναι -και πρέπει να είναι- ο ανθρώπινος παράγοντας, η παιδεία πρέπει να έχει την πρώτη προτεραιότητα.
Μιλάμε για το δημόσιο χρέος. Πρέπει να πούμε, όμως, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι έχουμε υψηλό δημόσιο χρέος, αλλά έχουμε χαμηλό ιδιωτικό χρέος. Αυτό είναι ένα συγκριτικό πλεονέκτημα για τη χώρα και κυρίως για τις επιχειρήσεις.
Αν έψαχνα να βρω το δεύτερο σημείο για το οποίο η χώρα έχει φθάσει εδώ -και όχι μόνο εγώ, το έχουν βρει και διεθνείς οργανισμοί- αυτό είναι το τεράστιο θεσμικό έλλειμμα της χώρας. Η χώρα μας σε ανταγωνιστικότητα από την τριακοστή έκτη θέση πήγε στην εβδομηκοστή τρίτη και τώρα είναι στην ογδοηκοστή πέμπτη. Αυτοί που μετράνε την ανταγωνιστικότητα των χωρών, είπαν ότι αυτό οφείλεται στο ότι στην Ελλάδα δεν λειτουργούν οι θεσμοί, παρότι έχουμε καλό νομικό οπλοστάσιο. ʼρα, η ανταγωνιστικότητά μας οφείλεται στην έλλειψη των θεσμών. Και τι εννοώ; Βουλή. Ουδέποτε η Βουλή -και είμαι σε αυτό το ίδιο έργο θεατής από το 1981- μπόρεσε να αξιολογήσει σωστά τα στοιχεία του Προϋπολογισμού, γιατί δεν υπήρχε αντίστοιχη υπηρεσία.
Κυρία Πρόεδρε, θα ήθελα για λίγο την ανοχή σας.
Κατέθεσα μία εισήγηση. Είμαι πολύ ικανοποιημένος που έγινε δεκτή. Η Βουλή πρέπει να αποκτήσει υπηρεσία με στελέχη από την αγορά, οι οποίοι να μπορούν να μας δώσουν πράγματι με εκθέσεις που θα δημοσιεύουν, που θα γίνονται αποδεκτές έξω από κομματικές λογικές, τα μεγέθη του Προϋπολογισμού, τις εκτιμήσεις, αν εκτελείται, αν λένε την αλήθεια οι Υπουργοί μας. Αν υπήρχε ένας τέτοιος θεσμός, σε συνεργασία ασφαλώς και με το Ελεγκτικό Συνέδριο - που το έχουμε βγάλει στην άκρη - σήμερα ίσως να μην είχαμε φθάσει εδώ.
Θα ήθελα να πάω στο δεύτερο στοιχείο σε σχέση με εμάς. Δεν έγινε ποτέ ουσιαστικός έλεγχος. Δεύτερος μεγάλος θεσμός, η δικαιοσύνη, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι.
Κανένας επενδυτής δεν έρχεται, με την βραδύτητα που απονέμεται η δικαιοσύνη στην Ελλάδα, να την εμπιστευθεί. Στην ελληνική δικαιοσύνη υπάρχουν και δυο επιπλέον στοιχεία: ατιμωρησία και εξυπηρέτηση από τους ίδιους τους δικαστικούς λειτουργούς - πολλούς, όχι όλους- πολιτικών σκοπιμοτήτων.
Τα κόμματα είναι μεγάλο θέμα. Δεν είναι της ώρας. Δεν με παίρνει.
Όσον αφορά στα Πανεπιστήμια, οι πνευματικές ηγεσίες του τόπου, που συναλλάσσονται με τους φοιτητές, που σήμερα δεν συμμετέχουν στο διάλογο για αλλαγές, λένε: «Να κάνουμε τις δικές μας προτάσεις». Και οι δικές τους προτάσεις είναι αυτό που υπάρχει σήμερα.
Η Εκκλησία παρεμβαίνει εκεί που ‘’δεν της σπέρνουν’’.
Όσον αφορά στις τράπεζες, η Εθνική Τράπεζα έδωσε ένα καλό παράδειγμα. Αύξησε το μετοχικό της κεφάλαιο. Οι μεγαλομέτοχοι των τραπεζών ας αναλάβουν τις ευθύνες τους απέναντι στη χώρα αυτήν την ώρα.
Εμείς, θέλω να σας πω, επειδή πολλά ακούστηκαν, στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας έχουμε πάρει αποφάσεις για το πόθεν έσχες, σχεδόν ομόφωνες από όλα τα κόμματα και για το τι πρέπει να γίνει σήμερα, όπως και για το νόμο ευθύνης υπουργών. Και αυτό πρέπει να γίνει σήμερα και όχι να περιμένουμε την αναθεώρηση. Στην Κυβέρνηση μένει να υλοποιήσει τις αποφάσεις. Υπάρχουν αποφάσεις για την οριοθέτηση των εξουσιών, των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας με την πολιτική και την οικονομική εξουσία. Περιμένουμε το σχετικό νομοσχέδιο. Σήμερα παίρνουμε αποφάσεις για κρίσιμα θέματα: την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, τα κληροδοτήματα.
Θέλω να σταθώ και σε ένα θέμα ακόμα, την εφαρμογή του Μνημονίου. Το Μνημόνιο είναι μια δανειακή σύμβαση. Τη δαιμονοποιήσαμε, κύριοι συνάδελφοι, εμείς στο ΠΑ.ΣΟ.Κ., γιατί δεν μπορέσαμε να ξεχωρίσουμε ποιο είναι το δικό μας πρόγραμμα και τι το Μνημόνιο κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες μας επέβαλλε στη χώρα. Δική μας επιλογή ήταν η απελευθέρωση των επαγγελμάτων. Δική μας επιλογή ήταν η εξυγίανση του ΟΣΕ, των άλλων επιχειρήσεων και οι διαρθρωτικές αλλαγές. Να το πούμε. Να μην καλυπτόμεθα κάτω από το Μνημόνιο. Γιατί αυτή η δαιμονοποίηση δημιουργεί άλλες λογικές στη λειτουργία της κοινωνίας.
Να δούμε, όμως, ότι για να βγούμε από το Μνημόνιο, πρέπει να το τηρήσουμε. Και αυτό έχει να κάνει και με το έλλειμμα αξιοπιστίας που έχει η χώρα. Γιατί αν βγούμε χωρίς να το τηρήσουμε, αλλοίμονό μας! Να το αλλάξουμε, ναι. Να το αλλάξει η Κυβέρνηση μέσα από σκληρή διαπραγμάτευση σε κάποιους όρους, ναι. Αλλά όχι όμως σε μια λογική απόρριψης και μη τήρησης των συμφωνιών.
Όσον αφορά τώρα στην κοινωνική δικαιοσύνη. Πήραμε μέτρα σκληρά, οριζόντια, αναγκαία ίσως. Αλλά όπου αυτήν τη στιγμή υπάρξει οικονομική πρόοδος, αυτή πρέπει να πάει στους φτωχούς, στους αδύναμους, στους ανέργους. Αυτό είναι το ζητούμενο για την κοινωνία.
Θα ήθελα, κύριοι συνάδελφοι, να κλείσω λέγοντας ότι πάλι σήμερα και χθες κάποιες εφημερίδες από κάποιες δηλώσεις και δυστυχώς και από του αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, βάζουν σε αμφισβήτηση την πολιτική σταθερότητα στη χώρα. «Εκλογές μας μυρίζονται». Δεν έχουν καταλάβει τι ζημιά κάνουν στη χώρα; Ότι είναι έγκλημα. Ότι η χώρα μπόρεσε και πέτυχε κάποια πράγματα γιατί ακριβώς υπήρξε πολιτική σταθερότητα; Αυτό είναι κεκτημένο.
Επιτέλους, κανένας δεν μπορεί να παίζει μ' αυτά τα ζητήματα. Γιατί ο χρόνος που έχουμε μπροστά μας είναι ελάχιστος, κύριοι συνάδελφοι. Ο πολιτικός χρόνος έχει αξία στην πολιτική και τη ζωή. Οικονομικά μπορεί να βρεις κάποιες λύσεις. Και χάσαμε χρόνο με τις δημοτικές εκλογές. Τώρα δεν μπορούμε να το χάσουμε αυτό το κεκτημένο. Γιατί η ελληνική οικονομία είναι μια ανοιχτή οικονομία. Και οι αγορές περιμένουν. Περιμένουν να επιτεθούν. Κερδοσκόποι υπάρχουν και εντός της χώρας και θέλουν τη χρεοκοπία της. Σ' αυτούς πρέπει να απαντήσουμε.
ʼρα, λοιπόν είναι η ώρα να τρέξει η Κυβέρνηση με μεγαλύτερες ταχύτητες, να τρέξει με ιεραρχήσεις, με προτεραιότητες, να μπει εκείνη μπροστά στο θέμα των συμμαχιών και της αναζήτησης των συνεργασιών. Είναι το ελάχιστο, γιατί οι καιροί δεν μπορούν να περιμένουν.
Και κλείνω με άλλο ένα αισιόδοξο μήνυμα. Η Ελλάδα, αγαπητοί συνάδελφοι, είναι σε καλό δρόμο, σε δύσκολο, σε ανηφορικό αλλά σε καλό. Και αυτό το πιστώνεται ιστορικά ο Γιώργος Παπανδρέου. Να το ξεκαθαρίσουμε αυτό το πράγμα. Και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. Το ζήτημα ότι εμείς εδώ ή οι περισσότεροι Βουλευτές του ΠΑ.ΣΟ.Κ., ασκούν μια δημιουργική κριτική. Αυτό δεν μπορεί να παρερμηνεύεται από την παραπολιτική και τη μικροπολιτική ως αμφισβήτηση της πολιτικής σταθερότητας και της πορείας της Κυβέρνησης. Και στέλνω αυτό το μήνυμα σε όσους ασχολούνται με την μικροπολιτική και την παραπολιτική.
Οι καιροί και γι’ αυτούς -αναφέρομαι στους λειτουργούς του Τύπου- ου μενετοί. Για κανέναν μας. Και είναι η ώρα και συνολικά και ατομικά ο καθένας μας να αναλάβει τις ευθύνες του απέναντι στον τόπο. Είναι ιστορική η περίοδος και πρέπει να απαντήσουμε με όρους ιστορίας, με όρους προοπτικής, με όρους μέλλοντος.
Σας ευχαριστώ, κύριοι συνάδελφοι.
|