Μιλτιάδης Παπαϊωάννου | Δικηγόρος - πρ. Υπουργός


Ο Ανδρέας και ο Κ. Μητσοτάκης

09-06-2017

Μιλτιάδης Ηλ. Παπαϊωάννου*

                                                       Αθήνα, 7 Ιουνίου 2017

     Ο Ανδρέας και ο Κ. Μητσοτάκης

 

Με αφορμή τον θάνατο του επίτιμου Προέδρου της Ν.Δ    Κ. Μητσοτάκη γράφτηκαν και ειπώθηκαν πολλά. Αλήθειες και ψέματα. Ο λόγος είχε και στοιχείο της υπερβολής. Συνηθίζεται στις επικήδειες τελετές και τα πολιτικά μνημόσυνα. Ανάμεσα «στα πολλά»,  υπήρξαν αναφορές και στις σχέσεις του με τον Ανδρέα Παπανδρέου. Επιχειρήθηκαν και συγκρίσεις. Τα ειλικρινή μου συλλυπητήρια προς την οικογένεια δεν μου στερούν σήμερα  το λόγο για αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας αυτών που γνωρίζω,  για απάντηση σε συνειδητούς πλαστογράφους της σύγχρονης ιστορίας  μας. Δεν επιχειρώ αποτίμηση της συνολικής αξιολόγησης του έργου και της προσφοράς του Κ. Μητσοτάκη. Δεν είναι η ώρα. Καταγράφω, με στοιχεία, μερικά από τα γεγονότα της περιόδου 1985-1993 που συνδέονται με τον Ανδρέα και το ΠΑΣΟΚ.

Ο Κ. Μητσοτάκης εξελέγη Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας γιατί κρίθηκε, από τη συντηρητική παράταξη, ως «ο πλέον κατάλληλος» για να αντιμετωπίσει τον Ανδρέα. Και τα κατάφερε. Όχι στο πεδίο μιας υγιούς πολιτικής αντιπαράθεσης, αλλά με το «αίτημα της κάθαρσης». Με το σύνθημα «κάτω οι κλέφτες του ΠΑΣΟΚ».  Με πρακτικές ανάλογης ιστορικής εμπειρίας αφού το  ίδιο σύνθημα  χρησιμοποιήθηκε το 1932 σε βάρος της Κυβέρνησης του  Ελευθέριου Βενιζέλου.  Με την ουσιαστική βοήθεια της ηγεσίας της τότε κομμουνιστικής αριστεράς υιοθέτησε ως κύριο μέσο αντιπαράθεσης την πολιτική «της σκανδαλολογίας».  Μετέφερε την αντιπαράθεση από τα πολιτικά γεγονότα στις συμπεριφορές των προσώπων. Επιχείρησε την ποινική τους δίωξη με ανυπόστατους ισχυρισμούς, με χαλκευμένα στοιχεία. Για την επιτυχία του στόχου του, συγκρότησε «Ειδική Επιτροπή σκανδάλων» με επικεφαλής τον Βουλευτή Ιωάννη Παλαιοκρασά. Έργο της Επιτροπής η κατασκευή ενόχων. Εξέδωσε μάλιστα  και έντυπο με τον τίτλο και υπότιτλους «Χρήμα και Διαφθορά- Το πανόραμα των σκανδάλων- 1 τρισ. σε μέλη, κομπίνες και απάτες».  Η Επιτροπή λειτούργησε μεθοδικά. Βαπτίζονται σκάνδαλα πολιτικές αποφάσεις ή απλές διαχειριστικές πράξεις. Η άσκηση ποινικών διώξεων από «πρόθυμους Εισαγγελείς» δεν είχε προηγούμενο. Τα πρωτοσέλιδα του φιλικού του τύπου, χωρίς αιδώ, βγάζουν καταδικαστικές αποφάσεις. Ο κιτρινισμός δεν έχει όρια. Η έγκυρη εφημερίδα «Καθημερινή», σε κύριο άρθρο της στις 15 Νοεμβρίου 1992 γράφει «…παρατηρούνται φαινόμενα που μαρτυρούν την πρόθεση της εκτελεστικής εξουσίας να επιβάλει μέσω της δικαστικής εξουσίας στη δικαιοσύνη τις δικές της σκοπιμότητες.  Οι επεμβάσεις αυτές έχουν οδηγήσει σε μια καθημερινή πρακτική απροκάλυπτης παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις αίθουσες των δικαστηρίων και στα ανακριτικά γραφεία». Η ίδια εφημερίδα στις 10 Νοεμβρίου 1992 έγραφε ότι «ο Κ. Μητσοτάκης θα επιχειρούσε να κυβερνήσει τη χώρα και να αντιμετωπίσει τα προβλήματά της με την αστυνομία και την δικαιοσύνη, ήταν φανερό από την αρχή. Όλα αυτά αυτομάτως φέρουν στη μνήμη μας, τις πιο σκοτεινές περιόδους της δικής μας και της ευρωπαϊκής ιστορίας».

Δέκα χρόνια μετά το «βρώμικο  89» έγινε μια αναλυτική αποτίμηση της δικαστικής εξέλιξης των περίφημων πενήντα τριών (53) μεγάλων σκανδάλων του επίσημου φυλλαδίου της Ν. Δ υπό την προεδρία του Ι. Παλαιοκρασά. Το αποτέλεσμα διδάσκει ότι «δικαστές υπάρχουν και στην Αθήνα» και όχι μόνον πρόθυμοι εισαγγελείς. Η επιχείρηση της σκανδαλολογίας κατέρρευσε. Τετρακόσιοι εβδομήντα οκτώ (478) πολίτες, στην πλειοψηφία τους στελέχη του ΠΑΣΟΚ, βρέθηκαν στα πλοκάμια της Δικαιοσύνης. Μετά από έρευνες των ανακριτικών αρχών, τριακόσιες είκοσι εννέα (329) περιπτώσεις τέθηκαν στο αρχείο, ενενήντα επτά (97) στελέχη του ΠΑΣΟΚ  απαλλάχτηκαν με τελεσίδικα βουλεύματα και σαράντα πέντε (45) αθωώθηκαν με δικαστικές αποφάσεις. Ελάχιστοι, επτά (7) τον αριθμό, καταδικάστηκαν με μικρές ποινές φυλάκισης. Αυτή είναι το αποτέλεσμα. Η σκληρή αλήθεια. Αυτό δεν το έμαθε ποτέ ο λαός. Παραμένει η εικόνα των παραπομπών και εξακολουθεί να είναι έντονη. Με τις αθωωτικές αποφάσεις κανένας δεν ασχολείται. Είναι μια ακόμη πλευρά της νοσηρότητας που διαπερνά το πολιτικό σύστημα της χώρας μας.

Κορυφαίο γεγονός της περιόδου είναι και η παραπομπή στο Ειδικό Δικαστήριο του «αρχιαπαταιώνα» του Ανδρέα Παπανδρέου (ο χαρακτηρισμός ανήκει στον Κ. Μητσοτάκη). Με κίνητρα καθαρά πολιτικά. Γιατί πιστεύει, όπως και οι συνεργοί του Χ. Φλωράκης και Λ. Κύρκος, ότι η καταδίκη του Ανδρέα θα οδηγήσει σε διάλυση του ΠΑΣΟΚ. Θα αλλάξει τους πολιτικούς συσχετισμούς στη χώρα. Με χαλκευμένα στοιχεία, με ψευδομάρτυρες, με «στημένη» δίκη επιδιώκεται η εξόντωση του πολιτικού του αντιπάλου. Είναι η μεγαλύτερη πολιτική ατιμία που διαπράχθηκε στη νεώτερη ιστορία της χώρας. Το «λάθος του», ήταν ότι δέχθηκε η δίκη να έχει πλήρη δημοσιότητα, με την παρουσία της τηλεόρασης. Στην ακροαματική διαδικασία, το κατηγορητήριο κατέρρευσε. Ο λαός είδε την αλήθεια και έβγαλε τα συμπεράσματά του. Ο Ανδρέας με μεγάλη πλειοψηφία, με ψήφους 8-5 ή 9-4, κρίνεται αθώος και για τις τέσσερις κατηγορίες κακουργηματικού χαρακτήρα, που του είχαν αποδοθεί. Σε μια δίκη που δεν είχε παραστεί, που δεν είχε συνηγόρους και μάρτυρες υπεράσπισης. Η απόφαση της μεγάλης πλειοψηφίας είναι ότι  ο Ανδρέας δεν πήρε δώρα από τον Κοσκωτά. Ο Κοσκωτάς δεν του πλήρωσε τα νοσήλια στο Λονδίνο. Δεν είχε ανάμειξη στη ρύθμιση των χρεών Καλκάνη. Δεν ήταν ηθικός αυτουργός στις καταθέσεις των διοικητών των Δημοσίων επιχειρήσεων (ΔΕΚΟ) στην Τράπεζα Κρήτης. Για την τελευταία κατηγορία οι έξι από τους δεκατρείς είχαν την γνώμη ότι θα μπορούσε να κηρυχθεί ένοχος «απλής συνέργειας»,  αφού ως Πρωθυπουργός «είχε την αυτονόητη υποχρέωση και πρώτιστο καθήκον…. να κατευθύνει τις ενέργειες της κυβέρνησης, να συντονίζει την κυβερνητική πολιτική σε όλους τους τομείς και να εποπτεύει την εφαρμογή των νόμων». Η θεωρητική αναφορά στις γενικές πολιτικές αρμοδιότητες και ευθύνες του Πρωθυπουργού, οδήγησε την μειοψηφία του δικαστηρίου  στην κρίση για ενοχή του Πρωθυπουργού για ένα έγκλημα  που νομικά χαρακτηρίζεται ως πλημμέλημα. Δεν χρειαζόταν άλλωστε. Ο Ανδρέας είχε δημοσίως αποδεχθεί τις πολιτικές του ευθύνες για το «σκάνδαλο Κοσκωτά».

Και εδώ διαπράττεται η συνειδητή διαστρέβλωση της αλήθειας, ακόμη και από έγκυρους ιστορικούς, ότι δηλαδή, ο Ανδρέας αθωώθηκε με μια (1) ψήφο. Ένας έγκριτος ιστορικός τον αθωώνει μάλιστα  με 3-2!!  Αγνοεί ότι το Ειδικό Δικαστήριο συγκροτείται από δέκα τρείς (13) δικαστές. Να προστεθεί επιπλέον ότι οι διοικητές των ΔΕΚΟ, ως φυσικοί αυτουργοί αθωώθηκαν στη συνέχεια από το πενταμελές εφετείο Αθηνών. Είναι η  δεύτερη πανηγυρική αθώωση του Ανδρέα για το αδίκημα της απλής συνέργειας. Εκεί που «την γλίτωσε με μια ψήφο». Ένα έγκλημα που δεν έχει φυσικούς αυτουργούς, που δεν διαπράχθηκε δεν μπορεί να έχει «συνεργούς ή «ηθικούς αυτουργούς». Αυτά είναι τα γεγονότα. Αυτές είναι οι αλήθειες που συνειδητά αποκρύπτονται και κυρίως διαστρεβλώνονται.

Η σκανδαλολογία έφερε πολλά   δεινά στον τόπο και δυστυχώς εξακολουθεί να μας συνοδεύει ως πολιτικό σύστημα. Διαφορετικό είναι το θέμα των υπαρκτών σκανδάλων και της πολιτικής διαφθοράς. Εδώ πρέπει να υπάρχει έλεγχος και  παραδειγματική τιμωρία. Η σκανδαλολογία, όμως, ως συνειδητή διαστρέβλωση γεγονότων και συμπεριφορών είναι ο καθοριστικός συντελεστής της απαξίας της πολιτικής και των πολιτικών. Ο χειρότερος εχθρός της ανάπτυξης. Και δεν χρειάζεται «αρχαγγέλους της κάθαρσης». Ο Ανδρέας Παπανδρέου έδωσε το παράδειγμα. Μια διαφορετική συμπεριφορά για τα «πεπραγμένα» της Κυβέρνησης και του ίδιου του Κ. Μητσοτάκη. Η ιστορία διδάσκει. Η ιστορία πιστώνει, αλλά και χρεώνει. Δυστυχώς, η σκανδαλολογία συνεχίζεται. Ως πολιτικό σύστημα δεν διδαχτήκαμε τίποτα από το πρόσφατο παρελθόν.

 

*Μιλτιάδης Ηλ. Παπαϊωάννου

                                                   Είναι δικηγόρος, πρώην Υπουργός.