Μιλτιάδης Παπαϊωάννου | Δικηγόρος - πρ. Υπουργός


Αναθεώρηση του Συντάγματος: Γιατί τώρα.

23-06-2016

Μιλτιάδης Ηλ. Παπαϊωάννου *

                                                          Ιούνιος 2016

  Αναθεώρηση του Συντάγματος: Γιατί τώρα.

Η χώρα βρίσκεται σε καθοδική πορεία με μη  προβλέψιμο το  τελικό αποτέλεσμα.  Η  σημερινή οξεία οικονομική και κοινωνική  κρίση είναι το αποτέλεσμα, πλέον των άλλων και της χρόνιας θεσμικής κρίσης. Η μεγάλη μας παθογένεια είναι η μη τήρηση του Συντάγματος και η μη εφαρμογή των νόμων.  Η διάχυτη ανομία και η ατιμωρησία  που την συνοδεύει, είναι η κύρια αιτία των δεινών της χώρας. Οι ευθύνες εστιάζονται σε όλες τις ηγεσίες της χώρας. Πολιτικές, δικαστικές, πνευματικές, συνδικαλιστικές. Οι πολιτικοί εφαρμόζουν καταχρηστικά  τις διατάξεις του νόμου περί ευθύνης των  Υπουργών ή τις περί ασυλιών των Βουλευτών. Οι Δικαστικοί απεργούν με ωμή παραβίαση του Συντάγματος. Οι Πρυτάνεις και  οι Καθηγητές Πανεπιστημίων αρνούνται να εφαρμόσουν το νόμο για τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα. Οι συνδικαλιστές κάνουν κατάχρηση του δικαιώματος της απεργίας ή αρχίζουν μια απεργία και δεν την τελειώνουν ποτέ, σε βάρος φυσικά του κοινωνικού συνόλου! Δυστυχώς αυτοί είμαστε.    Το πλέον τραγικό είναι ότι δεν θέλουμε ν’ αλλάξουμε. Το μείζον πρόβλημα της χώρας κατά συνέπεια δεν είναι συνταγματικό. Είναι βαθύτατα  πολιτισμικό, πολιτικό και κοινωνικό.

Σήμερα που η πατρίδα μας βρίσκεται στη δίνη ενός παγκόσμιου οικονομικού πολέμου, που η ανθρωπότητα μπαίνει σε μια νέα εποχή που η χώρα «βουλιάζει», χρειάζονται όσο ποτέ άλλοτε συνεννοήσεις, συναινέσεις για την επίλυση των μεγάλων μας προβλημάτων. Οι ανιστόριτοι διαχωρισμοί η όξυνση και οι τακτικισμοί είναι δυστυχώς  η κεντρική επιλογή των βασικών συντελεστών, κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης, της πολιτικής ζωής του τόπου. Γνωρίζω ότι όσοι επιμένουμε στην πολιτική του διαλόγου, των συνθέσεων και των ευρύτερων πολιτικών και κοινωνικών συμφωνιών είμαστε  ανεπίκαιροι. Όμως βαθιά μου είναι η πίστη ότι αυτός είναι ο μόνος ασφαλής δρόμος διεξόδου από την πολύμορφη κρίση που μαστίζει τη χώρα μας. Ο Πρωθυπουργός πρόσφατα άνοιξε δυο από τα θεσμικά προβλήματα της χώρας, τον εκλογικό νόμο και την αναθεώρηση του Συντάγματος και αναζήτησε συνεννοήσεις και συνθέσεις. Πολλοί αμφισβητούν τις προθέσεις του και όχι αδικαιολόγητα. Του καταλογίζουν «δόλο», επικοινωνιακές τακτικές αφού, όπως ισχυρίζονται  θέλει  αλλαγή «της ατζέντας» των κυρίαρχων προβλημάτων  της χώρας  όπως είναι η φτώχεια, η ανεργία, η φοροκαταιγίδα, το «πρόγραμμα που δεν βγαίνει». Το αν οι προθέσεις του Πρωθυπουργού έχουν το στοιχείο της ειλικρίνειας ή του αποπροσανατολισμού, πιστεύω ότι θα κριθούν «εκ του αποτελέσματος» και όχι τώρα.  Τα θέματα δεν προσφέρονται για εξυπηρέτηση μικροπολιτικών ελιγμών. Τώρα επιβάλλεται  να γίνει η  έναρξη  ενός πολιτικού διαλόγου τόσο για τη συνταγματική αναθεώρηση όσο και τον εκλογικό νόμο με τη συμμετοχή όλων των πολιτικών δυνάμεων. Ιδιαίτερα για την συνταγματική αναθεώρηση που από τα πράγματα  είναι μια κατ’ εξοχήν συναινετική διαδικασία. Είναι μια ευκαιρία για όλες τις πολιτικές δυνάμεις να υπερβούν τις μικροκομματικές σκοπιμότητες και να δώσουν θετικές απαντήσεις σε κρίσιμα ερωτήματα που συνδέονται με την δημοκρατική μας λειτουργία. Είναι μια επιβαλλόμενη πράξη ευθύνης και σεβασμού προς το ίδιο το Σύνταγμα.  Το Σύνταγμα, όπως ήδη σημείωσα, δεν είναι η αιτία των δεινών της χώρας. Έχει όμως ανορθολογικές διατάξεις που ιδιαίτερα στο πρόσφατο παρελθόν έγιναν εύκολα αντικείμενο καταχρήσεων τόσο από τις κυβερνήσεις, όσο και από τις αντιπολιτεύσεις. Κορυφαία παραδείγματα ο εκβιασμός των αντιπολιτεύσεων  για πρόωρη διάλυση της Βουλής κατά την διαδικασία εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας, αλλά και το απόλυτο δικαίωμα της Κυβέρνησης, με την επίκληση του περίφημου «εθνικού θέματος εξαιρετικής σημασίας», για διάλυση της Βουλής και προκήρυξη νέων εκλογών. Τα θέματα ασφαλώς είναι πολύ περισσότερα. Σημαντικό όμως είναι το γεγονός ότι  ο σχετικός δημόσιος διάλογος, στο πεδίο  της επιστημονικής κοινότητας και πολλών κοινωνικών φορέων για την αναθεώρηση του Συντάγματος  έχει σχεδόν ολοκληρωθεί. Ένας πλούσιος προβληματισμός και αξιόλογες προτάσεις, για όλα τα μεγάλα ζητήματα που συνδέονται με την αναθεώρηση έχουν κατατεθεί.  Φυσικά θα εμπλουτιστεί στη συνέχεια. Τώρα επιβάλλεται οι πρωτοβουλίες της αναθεώρησης  να περάσουν από την κυβέρνηση στη Βουλή, αφού αυτό επιβάλει το Σύνταγμα. Η σημερινή Βουλή από τα πράγματα είναι προαναθεωρητική. Κατά συνέπεια είναι εύκολο τα κόμματα να προχωρήσουν    σε μια ελάχιστη πρώτη συμφωνία για το ποιες θα είναι οι αναθεωρητέες διατάξεις, χωρίς την επιδίωξη απαραιτήτως συμφωνιών επί του ουσιαστικού περιεχομένου των αλλαγών. Για τον λόγο αυτό οι πρώτες συμφωνίες δεν θα πρέπει να συγκεντρώσουν από σήμερα τον αριθμό των  εκατόν ογδόντα (180) Βουλευτών, αλλά την απαιτούμενη πλειοψηφία των εκατόν πενήντα ένα  (151) Βουλευτών. Με αυτή την απόφαση θα αφήσουν τα περιθώρια των ευρύτερων συγκλίσεων και του συγκεκριμένου τρόπου με τον οποίο θα γίνουν οι αλλαγές για την επόμενη Βουλή, την προεχόντως  αναθεωρητική  με την πλειοψηφία των εκατόν ογδόντα (180) Βουλευτών. Αν οι σημερινές  ελάχιστες συμφωνίες δεν μπορεί να υλοποιηθούν τώρα, τότε οι αναγκαίες συνταγματικές μεταρρυθμίσεις θα ολοκληρωθούν στην καλύτερη των περιπτώσεων  μετά από δέκα (10) ολόκληρα χρόνια!!! Η χώρα, με αποκλειστική ευθύνη των πολιτικών ηγεσιών της,  για άλλη μια φορά θα ζει στον αστερισμό των ιστορικών της καθυστερήσεων.

 Προσωπικά, ως ελάχιστες συμφωνίες των αναθεωρητέων διατάξεων, έχω καταγράψει τα ζητήματα που συνδέονται με την αναζήτηση νέων ισορροπιών ανάμεσα στις σχέσεις και τις αρμοδιότητες των θεσμικών λειτουργιών, του Προέδρου της Δημοκρατίας, της Βουλής, της εκτελεστικής και της δικαστικής εξουσίας. Την αναμόρφωση της διαδικασίας εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας, για την εύρυθμη λειτουργία του πολιτεύματος  χωρίς τον  «εκβιασμό» για διάλυση της Βουλής, αλλά και χωρίς την άμεση εκλογή του από τον λαό, αφού μια τέτοια επιλογή περισσότερες στρεβλώσεις θα φέρει στην αποτελεσματική λειτουργία της δημοκρατίας μας. Τα μέτρα για τη διαφάνεια και την αξιοπιστία της πολιτικής ζωής μεταξύ των οποίων και η τροποποίηση του νόμου περί ευθύνης Υπουργών. Την ενίσχυση  της προστασίας των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών που τόσο άδικα επλήγησαν από την οικονομική κρίση, αλλά και την πλήρη κατοχύρωση της αρχής του πολιτικού φιλελευθερισμού.  Τις διατάξεις που αφορούν την ίδια τη διαδικασία της αναθεώρησης.

Ως πολίτης που στο παρελθόν μου δόθηκε η δυνατότητα αφιέρωσης ικανού χρόνου στην επίλυση θεσμικών και άλλων προβλημάτων της χώρας,  καταθέτω το λόγο μου με την προσδοκία ότι μια τέτοια συμφωνία έχει το στοιχείο του ρεαλισμού και της υπευθυνότητας.  Θεωρώ ότι ο ειλικρινής ανοιχτός διάλογος και η επίτευξη ευρύτερων συμφωνιών μπορεί να αποτελέσουν μια νέα αφετηρία αλλαγής παραδοσιακών συμπεριφορών  και νοοτροπιών, που προσβάλλουν τον πολιτικό μας πολιτισμό, που αδικούν την χώρα μας. Μπορεί να γίνει η αφετηρία του μεγάλου ζητούμενου της εποχής που είναι η αναζήτηση της εθνικής συνεννόησης και ευρύτερων συμφωνιών για την αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων της χώρας και που δυστυχώς είναι μπροστά μας.