Μιλτιάδης Παπαϊωάννου | Δικηγόρος - πρ. Υπουργός


Αρθρο στην εφημερίδα "ΤΑ ΝΕΑ"- Η αναθεώρηση του Συντάγματος

03-10-2014

 Το Πολίτευμά μας, εδώ και χρόνια, ακολουθεί καθοδική πορεία. Η σημερινή οξεία οικονομική κρίση είναι το αποτέλεσμα και της χρόνιας θεσμικής κρίσης. Είμαι από εκείνους που πιστεύουν ότι η μη τήρηση του γράμματος και του πνεύματος του Συντάγματος, καθώς και η μη εφαρμογή των νόμων  είναι η μεγάλη  παθογένεια   του πολιτικού μας συστήματος.  Ότι η διάχυτη ανομία και ατιμωρησία είναι η κύρια αιτία των δεινών της χώρας. Οι ευθύνες φυσικά ανήκουν σε όλες τις ηγεσίες, πολιτικές, δικαστικές, πνευματικές, συνδικαλιστικές. Οι Πολιτικοί εφαρμόζουν καταχρηστικά  τις διατάξεις περί ασυλιών των Βουλευτών ή το νόμο περί ευθύνης των  Υπουργών. Οι Δικαστικοί απεργούν με ωμή παραβίαση του Συντάγματος. Οι Πρυτάνεις και  οι Καθηγητές Πανεπιστημίων αρνούνται να εφαρμόσουν το νόμο για τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα. Δυστυχώς αυτοί είμαστε.  Και δεν θέλουμε ν’ αλλάξουμε. Το πρόβλημα της χώρας κατά συνέπεια δεν είναι συνταγματικό. Είναι βαθύτατα πολιτικό και κοινωνικό.

Σήμερα που η χώρα χρειάζεται όσο ποτέ άλλοτε συνεννοήσεις, συναινέσεις και προεχόντως  πολιτική σταθερότητα φαίνεται να οδεύει σε μια νέα εκλογική αναμέτρηση. Η επιβαλλόμενη από το Σύνταγμα συναινετική εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας γίνεται για άλλη μια φορά, «απειλή» διάλυσης της Βουλής.  Επανάληψη της στρεβλής εφαρμογής του Συντάγματος με απρόβλεπτες συνέπειες για το μέλλον του τόπου. Και  αυτός είναι ένας από τους λόγους που στο Σύνταγμά μας χρειάζονται αλλαγές και διορθώσεις. Και το εύλογο ερώτημα που τίθεται εδώ είναι: Σε μια περίοδο διχαστικού  λόγου, διάχυτου λαϊκισμού  και προεκλογικών σκοπιμοτήτων μπορεί να γίνει έναρξη  πολιτικού διαλόγου για τη συνταγματική αναθεώρηση; Για μια κατ’ εξοχήν συναινετική διαδικασία. Η απάντησή μου είναι ναι. Είναι μια ευκαιρία για όλες τις πολιτικές δυνάμεις να υπερβούν τις μικροκομματικές σκοπιμότητες και να δώσουν μια θετική απάντηση στην κοινή τους διαπίστωση που είναι η ανάγκη έναρξης των διαδικασιών της συνταγματικής αναθεώρησης. Να σημειώσουμε εδώ ότι ο σχετικός δημόσιος διάλογος στο πεδίο  της επιστημονικής κοινότητας και πολλών κοινωνικών φορέων έχει ολοκληρωθεί. Ένας πλούσιος προβληματισμός και αξιόλογες προτάσεις, για όλα τα μεγάλα ζητήματα που συνδέονται με την αναθεώρηση έχουν κατατεθεί. Η Βουλή όμως έχει καθυστερήσει . Δεν έχει ξεκινήσει τις σχετικές διαδικασίες. Η ευκαιρία, ώστε η επόμενη  Βουλή να είναι αναθεωρητική, φαίνεται ότι θα χαθεί. Και είναι κρίμα. Μπορεί όμως να μη χαθεί αν σήμερα τα κόμματα προχωρήσουν  σε μια ελάχιστη πρώτη συμφωνία για το ποιες θα είναι οι αναθεωρητέες  διατάξεις, χωρίς την επιδίωξη συμφωνιών επί του ουσιαστικού περιεχομένου των αλλαγών. Για τον λόγο αυτόν, οι πρώτες συμφωνίες τυπικά δεν θα συγκεντρώσουν από σήμερα τον αριθμό των  εκατόν ογδόντα (180) Βουλευτών, αλλά την απαιτούμενη πλειοψηφία των εκατόν πενήντα ένα  (151) Βουλευτών. Με αυτή την απόφαση θα αφήσουν τα περιθώρια των ευρύτερων συγκλίσεων και του τρόπου με τον οποίο θα γίνουν οι αλλαγές για την επόμενη πλειοψηφία των εκατόν ογδόντα (180) Βουλευτών. Αν δεν γίνει αυτό τώρα οι αναγκαίες συνταγματικές μεταρρυθμίσεις θα ολοκληρωθούν μετά από δέκα (10) ολόκληρα χρόνια!!! Η χώρα για άλλη μια φορά θα ζει στον αστερισμό των ιστορικών της καθυστερήσεων.
 Ως ελάχιστες συμφωνίες των αναθεωρητέων διατάξεων, από το δημόσιο διάλογο των πολιτικών, επιστημονικών και κοινωνικών δυνάμεων, έχω καταγράψει τα ζητήματα που συνδέονται με την αναζήτηση νέων ισορροπιών ανάμεσα στις σχέσεις και τις αρμοδιότητες των θεσμικών λειτουργιών, του Προέδρου της Δημοκρατίας, της Βουλής, της εκτελεστικής και της δικαστικής εξουσίας.   Τα μέτρα για τη διαφάνεια και την αξιοπιστία της πολιτικής ζωής. Η ενίσχυση  της προστασίας των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών που τόσο άδικα επλήγησαν από την οικονομική κρίση, αλλά και οι διατάξεις που αφορούν την ίδια τη διαδικασία της αναθεώρησης.
Γνωρίζω τις δυσκολίες υιοθέτησης της πρότασής μου. Ως πολίτης όμως με αυξημένες ευθύνες καταθέτω το λόγο μου με την προσδοκία ότι μια τέτοια συμφωνία έχει το στοιχείο του ρεαλισμού και της υπευθυνότητας. Είναι μια απόφαση που μπορεί να αποτελέσει μια νέα αφετηρία αλλαγής παραδοσιακών συμπεριφορών  και νοοτροπιών, που προσβάλλουν τον πολιτικό μας πολιτισμό. Θα είναι η αφετηρία του μεγάλου ζητούμενου της εποχής που είναι η αναζήτηση της εθνικής συνεννόησης και ευρύτερων συμφωνιών για την αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων της χώρας και που δυστυχώς είναι μπροστά μας.